προσσημαίνω

προσσημαίνω
προσσημ-αίνω,
A signify or indicate besides, connote, Arist.Int.16b6, Rh.1374a13, Po.1457a17.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • προσσημαίνω — Α δηλώνω, σημαίνω κάτι ακόμη («τὸ δὲ βαδίζει ἤ βεβάδικεν προσσημαίνει τὸ μὲν τὸν παρόντα χρόνον τὸ δὲ τὸν παρεληλυθότα», Αριστοτ.) …   Dictionary of Greek

  • προσσημαντικός — ή, όν, Α [προσσημαίνω] γραμμ. αυτός που δηλώνει κάτι ακόμη («ῥῆμα ἔστι μέρος λόγου χρόνων διαφόρων προσσημαντικόν», Θησ. Στεφ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”